συνέντευξη

συνέντευξη
η / συνέντευξις, -εύξεως, ΝΑ
νεοελλ.
1. προκαθορισμένη συνάντηση, ραντεβού («ο ιατρός δέχεται επί συνεντεύξει»)
2. η με ένα σημαίνον πρόσωπο συνομιλία για σοβαρό θέμα η οποία προορίζεται για δημοσιότητα
3. φρ. α) «προσωπική συνέντευξη»
i) μορφή έρευνας τής κοινής γνώμης και δημόσιων σχέσεων κατά την οποία, με προσωπική επικοινωνία ειδικών ερευνητών με το κοινό συγκεντρώνονται στοιχεία και δεδομένα για διάφορα θέματα
ii) μέθοδος διερεύνησης τής αγοράς κατά την οποία συλλέγονται πληροφορίες με άμεση επικοινωνία από άτομα που έχουν επιλεγεί ως δείγμα με βάση τις απαντήσεις τους σε ορισμένο ερωτηματολόγιο
iii) άμεση συζήτηση με πρόσωπο που είναι υποψήφιο για πρόσληψη σε υπηρεσία ή εταιρεία, κατά την οποία διαπιστώνονται ορισμένες ικανότητες που απαιτούνται για την αντίστοιχη απασχόληση
β) «παίρνω συνέντευξη»
(για δημοσιογράφο) συναντώμαι με ένα σημαντικό πρόσωπο και συνομιλώ μαζί του για σοβαρό θέμα
αρχ.
(κατά τον Ησύχ.) «συντυχία».
[ΕΤΥΜΟΛ. < *συν-εντυγχάνω (πρβλ. έντευξις: εντυγχάνω)].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • συνέντευξη — η συνάντηση με κάποιο πρόσωπο για συζήτηση, η οποία θα δημοσιευτεί στον έντυπο ή ηλεκτρονικό τύπο ή άλλο μέσο: Ζήτησαν συνέντευξη από τη μεγάλη ηθοποιό. – Ο πρωθυπουργός θα δώσει συνέντευξη στους ξένους δημοσιογράφους …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • Алексакис, Василис — В Википедии есть статьи о других людях с такой фамилией, см. Алексакис. Василис Алексакис (греч. Βασίλης Αλεξάκης , Афины, 12 декабря 1943)  современный греческий и французский писатель. Содержание 1 Биография …   Википедия

  • ιντερβιού — το 1. δημοσιογραφική συνέντευξη 2. συνάντηση και συζήτηση με επίσημο ή ανώτερο πρόσωπο. [ΕΤΥΜΟΛ. Μεταφορά στην ελλ. ξεν. όρου, πρβλ. αγγλ. interview. Για την ξένη λ. interview στη Νέα Ελληνική χρησιμοποιείται η λ. συνέντευξη. Η λ. μαρτυρείται από …   Dictionary of Greek

  • πρες κόνφερανς — η, Ν άκλ. συνέντευξη τύπου. [ΕΤΥΜΟΛ. < αγγλ. press conference «συνέντευξη τύπου» (< press «τύπος» + conference «σύσκεψη, διάσκεψη»)] …   Dictionary of Greek

  • Athens — This article is about the capital of Greece. For other uses, see Athens (disambiguation). Athens Αθήνα Athīna …   Wikipedia

  • Greek military junta of 1967–1974 — Regime of the Colonels redirects here. For the generic usage as a term for military rule, see military junta. For the Polish regime of colonels, see Piłsudski s colonels. For other uses, see Colonels regime. History of Greece …   Wikipedia

  • Natassa Theodoridou — Νατάσα Θεοδωρίδου Born October 24, 1970 (1970 10 24) (age 41)[1] Thessaloniki, Greece Origin Thessaloniki, Greece …   Wikipedia

  • Dimitri Kitsikis — (Greek: Δημήτρης Κιτσίκης) (born 2 June 1935 in Athens, Greece) is a Greek Turkologist, Professor of International Relations and Geopolitics. He has also published poetry in French and Greek. Contents …   Wikipedia

  • 2007 Greek forest fires — Infobox wildfire title = 2007 Greek forest fires caption = Animation showing fires in southern Greece (22 26 August 2007), from NASA satellite images. location = Greece: Peloponnese, Attica and Euboea date = June 28 2007 September 3 2007 time =… …   Wikipedia

  • Nightstalker (band) — Nightstalker Origin Athens, Greece Genres Stoner rock Years active 1989 – present Labels Hitch Hyke Records FM Records Vinylust Records Mad Prophet Records …   Wikipedia

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”